top of page
  • Ουρανία Κάππου

Γονείς δεν είναι αυτοί που γεννούν



Ένα μωρό βγαίνει από ένα γυναικείο σώμα. Όπως και να ‘χει, τα πράγματα πάντα έτσι θα ‘ναι. Το γυναικείο αυτό σώμα ανήκει σε μια εν δυνάμει μάνα. Εν δυνάμει, γιατί μάνα δεν είναι αυτή που κυοφορεί και γεννά. Δεν είναι μόνο αυτή. Αυτοί οι 9 μήνες καθημερινής επαφής και ο δεσμός αίματος δεν αρκούν. Είναι πολλά περισσότερα εκείνα που φτιάχνουν μια μάνα. Κι ο άντρας με τον οποίο δημιούργησαν μαζί αυτή την ύπαρξη είναι ένας εν δυνάμει πατέρας.

Κανείς μας δε θυμάται τη στιγμή της σύλληψής του, ούτε αυτούς τους 9 μήνες. Θυμάται, όμως, μια μαμά κι έναν μπαμπά να είναι εκεί όταν κλαίει κι όταν γελά. Να κλαίνε και να γελούν κι εκείνοι. Έτοιμοι να τρέξουν να βοηθήσουν, να συμβουλεύσουν, να αγκαλιάσουν, να μαλώσουν αν χρειαστεί.

Οι γονείς μας είναι εκεί όπου βρίσκεται το σπίτι μας. Μπαίνουμε μέσα και περπατάμε ξυπόλυτοι. Ξέρουμε ότι θα βρούμε έτοιμο φαγητό, ζεστό νερό κι ένα κρεβάτι –οι περισσότεροι έστω× ας μην ξεχνάμε πως αυτά δεν είναι δεδομένα για όλους. Και στο σπίτι μας νιώθουμε ζεστασιά κι ασφάλεια. Κι εκεί, μικροί παίρναμε κάθε μέρα φιλιά που μας ενοχλούσαν και σκουπίζαμε το πρόσωπό μας έπειτα και σφιχτές αγκαλιές που καμιά φορά μας πονούσαν. Κι εκεί, λίγο πιο μεγάλοι ακούγαμε γκρίνιες για να διαβάσουμε και να πάμε για ύπνο. Κι εκεί, λίγο ακόμα μεγαλύτεροι τσακωνόμασταν για την ώρα που γυρίσαμε το βράδυ.

Μέσα σε όλα αυτά που θυμόμαστε και που φτιάχνουν τη μαμά και τον μπαμπά μας δεν υπάρχει τίποτα που να έχει σχέση με τη γέννησή μας. Κι αυτό γιατί γονείς δεν είναι αυτοί που γεννούν. Γονείς είναι αυτοί που είναι εκεί όταν το χρειαζόμαστε.

Κι ένα γυναικείο σώμα μπορεί να γέννησε κι έπειτα να έφυγε. Να μην μπόρεσε. Να εγκατέλειψε. Κι ένας άντρας να αρνήθηκε. Να μη θέλησε. Να απομακρύνθηκε. Και δεν μπόρεσαν να είναι εκεί. Μα ίσως και να μπόρεσαν. Και να έκατσαν εκεί, μαζί με το παιδί κι έπειτα να έφτιαξαν για να ζήσουν ένα μέρος που δε λέγεται σπίτι, αλλά κόλαση. Γιατί είναι και παιδιά που ζουν με του «γονείς» που τα γέννησαν, μα δεν είναι άξιοι γι’ αυτόν τον χαρακτηρισμό, μιας και δε φέρονται όπως πρέπει σ’ ένα παιδί.

Η μάνα και ο πατέρας είναι αυτοί που είναι εκεί. Κι αυτοί μπορεί να μη γέννησαν, αλλά να υιοθέτησαν. Και μπορεί να μη μοιάζουν με το παιδί. Καλύτερα κιόλας. Γλιτώνει το παιδί αυτές τις ηλίθιες συζητήσεις του τύπου «σε μένα μοιάζει το παιδί», «όχι, σε μένα». Λες και το παιδί αν μοιάσει περισσότερο στον έναν ή στον άλλο του δίνει μεγαλύτερη αξία.

Αυτό το αίσθημα εγωισμού που διακατέχει τους ανθρώπους τούς κάνει συνεχώς να αναζητούν τον εαυτό τους στο παιδί τους. Και κάνουν παιδί για να μεταδώσουν τα γονίδια και να δημιουργήσουν απογόνους και να εκπληρώσουν δικά τους όνειρα που δεν πραγματοποιήθηκαν.

Μα ο εγωισμός δεν έχει θέση για μια μάνα κι έναν πατέρα. Κι έτσι δυο άνθρωποι μπορεί να αποφασίσουν να υιοθετήσουν. Κι οι άνθρωποι αυτοί μπορεί να να ‘ναι ένας άντρας και μια γυναίκα, δυο γυναίκες ή δυο άντρες. Γιατί η αγάπη δεν έχει φύλο κι οι γονείς δεν έχουν φύλο. Το μόνο που έχει σημασία είναι να ‘ναι εκεί όταν πρέπει κι όπως πρέπει.

Κι όχι δεν υιοθετούν μόνο όσοι για κάποιο λόγο δεν μπορούν να γεννήσουν. Υιοθετεί όποιος θέλει, γιατί απλώς θέλει. Θέλει και μπορεί να είναι εκεί για ένα παιδί. Για ένα παιδί το οποίο δεν έχει σημασία ποιο γυναικείο σώμα το γέννησε. Γιατί γονείς δεν είναι εκείνοι που γεννούν.


Συντάκτρια: Ουρανία Κάππου

bottom of page